Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2016

Χόρχε Λουίς Μπόρχες- Ποιητική Τέχνη



Να κοιτάς το ποτάμι που είναι χρόνος και νερό
 και να θυμάσαι πως ο χρόνος είναι πάλι ένα ποτάμι,
να ξέρεις πως πλανιόμαστε σαν το ποτάμι
και οι μορφές μας χάνονται σαν το νερό.

Να νιώθεις πως η αγρύπνια είναι ένας άλλος ύπνος
όπου ονειρεύεσαι πως δεν κοιμάσαι,
κι ότι ο θάνατος που η σάρκα μας τον τρέμει,
είναι ο ίδιος θάνατος που κάθε νύχτα μάς φαίνεται ύπνος.

Να βλέπεις πως η μέρα ή ο αιώνας είναι σύμβολο
της κάθε μέρας του ανθρώπου και του χρόνου του,
να μεταλλάσσεις την επιδρομή του χρόνου,
σε μουσική, σε ψίθυρο και σύμβολο.

Να βλέπεις πως ο θάνατος είναι ύπνος,
το δειλινό ένα χρυσάφι μελαγχολικό,
αυτή είναι η ποίηση η αθάνατη κι ασήμαντη. Μα η ποίηση
ξανάρχεται σαν την αυγή και σαν το δειλινό.

Καμιά φορά τα βράδια, ένα πρόσωπο
μας κοιτάει από τα βάθη ενός καθρέφτη
η τέχνη πρέπει να ‘ναι σαν και τούτο τον καθρέφτη
που μας αποκαλύπτει το ίδιο μας το πρόσωπο.

Λένε πως ο Οδυσσέας, χορτασμένος στα θαύματα,
έκλαψε από αγάπη μόλις φάνηκε η Ιθάκη
χλωρή και ταπεινή. Η τέχνη είναι τούτη η Ιθάκη
η αιώνια χλωρή – κι όχι τα θαύματα.

Κι ακόμα, είναι όπως το αέναο ποτάμι
που κυλάει και στέκεται και μέσα του αντιφεγγίζει ο ίδιος
ο Ηράκλειτος, που συνεχώς αλλάζει κι είναι ο ίδιος
και ταυτόχρονα άλλος, έτσι ακριβώς, όπως και το αέναο ποτάμι.

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

Μιχάλης Γκανάς- Χριστουγεννιάτικη ιστορία


Κάθεται μόνος
και καθαρίζει τ’ όπλο του δίπλα στο τζάκι.
Κανείς δε θα ’ρθει και το ξέρει,
κλείσαν οι δρόμοι από το χιόνι, σαν πέρυσι,
σαν πρόπερσι, Χριστούγεννα και πάλι
και τα ποτά κρυώνουν στο ντουλάπι.
Το τσίπουρο στυφό, το ούζο γάλα
και το κρασί ραγίζει τα μπουκάλια.
Εκείνη τρία χρόνια πεθαμένη.
Κάθεται μόνος του δίπλα στο τζάκι,
δεν πίνει, δεν καπνίζει, δε μιλάει.
Στην τηλεόραση χιονίζει,
το στρώνει αργά στο πάτωμα και στο τραπέζι
και στις παλιές φωτογραφίες,
γνώριμα μάτια των νεκρών,
που τον κοιτάζουν απ’ το μέλλον.
Εκείνη τρία χρόνια πεθαμένη
και μόνο το δικό της βλέμμα
έρχεται από τα περασμένα.
Κοντεύουνε μεσάνυχτα
και καθαρίζει τ’ όπλο του απ’ το πρωί.
Πώς να του πω «Καλά Χριστούγεννα»,
ευχές δε φθάνουν ως εδώ,
δρόμοι κλεισμένοι, τηλέφωνα κομμένα,
η σκέψη αρπάζεται απ’ το κλαδί της μνήμης,
μα να τρυπώσει δεν μπορεί στη μοναξιά του.
Μια μοναξιά που χτίστηκε σιγά σιγά
μ’ όλα τα υλικά και δίχως λόγια.
Κοντεύουνε ξημερώματα κι ακόμη
γυαλίζει τ’ όπλο του δίπλα στο τζάκι
με αργές κινήσεις σα να το χαϊδεύει.
Μένει στα δάχτυλα το λάδι
αλλά το χάδι χάνεται.
Θυμάται κυνηγετικές σκηνές
με αγριογούρουνα και χιόνια ματωμένα,
πριν γίνει θήραμα κι ο ίδιος
στην μπούκα ενός κρυμμένου κυνηγού,
που τον παραμονεύει αθέατος
αφήνοντας να τον προδίδουν κάθε τόσο
πότε μια λάμψη κάνης,
πότε μια κίνηση στις κουμαριές
κι η μυρωδιά απ’ το βαρύ καπνό του.
Ξέρει καλά ότι κρατάει
μακρύκανο παλιό μπροστογεμές
γεμάτο σκάγια και μπαρούτι μαύρο.
Όταν αποφασίσει να του ρίξει
δε θα προλάβει πάλι να τον δει
πίσω απ’ το σύννεφο της ντουφεκιάς του.
Αν σκέφτεται στ’ αλήθεια κάτι τέτοια,
και δεν τον τιμωρώ εγώ μ’ αυτές τις σκέψεις,
πώς να πλαγιάσει και να κοιμηθεί.
Λέω να γίνω πατέρας του πατέρα μου,
ένας πατέρας που του έτυχε
σιωπηλό και δύστροπο παιδί,
και να του πω μια ιστορία
για να τον πάρει ο ύπνος.
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά πάρε και τον πατέρα…
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά
πάρε και τον πατέρα· απ’ τις μασχάλες πιάσ’ τονε
σα νά ’ταν λαβωμένος. Όπου πηγαίνεις τα παιδιά
εκεί περπάτησέ τον, με το βαρύ αμπέχωνο
στις πλάτες του ν’ αχνίζει.
Δώσ’ του κι ένα καλό σκυλί
και τους παλιούς του φίλους, και ρίξε χιόνι ύστερα
άσπρο σαν κάθε χρόνο. Να βγαίνει η μάνα να κοιτά
από το παραθύρι, την έγνοια της να βλέπουμε
στα γαλανά της μάτια, κι όλοι να της το κρύβουμε
πως είναι πεθαμένη.
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά
πάρε κι εμάς μαζί σου, με τους ανήλικους γονείς,
παιδάκια των παιδιών μας. Σε στρωματσάδα ρίξε μας
μια νύχτα του χειμώνα, πίσω απ’ τα ματοτσίνορα
ν’ ακούμε τους μεγάλους, να βήχουν, να σωπαίνουνε,
να βλαστημούν το χιόνι. Κι εμείς να τους λυπόμαστε
που γίνανε μεγάλοι και να βιαζόμαστε πολύ
να μοιάσουμε σ’ εκείνους, να δούν πως μεγαλώσαμε
να παρηγορηθούνε.

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

Ο Ρένος Αποστολίδης για το ποίημα "Όσο μπορείς"



Θα συνιστούσα αυτό το ποίημα να το μάθουν απόξω, όσο γίνεται περισσότεροι άνθρωποι, και να το ξαναδιαβάζουν, να το ξαναλένε στον εαυτό τους.Όπως, να πούμε, είναι κάτι τέτοια ποιήματα - ξέρω γω - σαν το "Αν" του Κίπλινγκ, έτσι, αυτό να το μάθουν απόξω και να το λένε.

Λέγεται "Όσο μπορείς" :

"Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον 
όσο μπορείς : μην την εξευτελίζεις 
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, 
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

Μην την εξευτελίζεις πιαίνοντάς την, 
γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την 
στων σχέσεων και των συναναστροφών 
την καθημερινή ανοησία,

ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική."

Ρένος : Προσέχετε τι λέει; Και σκεφτείτε τη ζωή μας, τη δικιά μας, τη ζωή των κοινωνιών των συγχρόνων, τη ζωή των εκδηλώσεων...
Όλοι πολλοί μαζί στέκουν όρθιοι, λένε λόγια... τούτο... κείνο... τάχα αγαπιούνται... φιλιούνται -- φιλάν τον αέρα, δεξιά κι αριστερά απ' τα μάγουλα ο καθένας, κανένας δε φιλάει πράγματι τα μάγουλα, κανένας δε φιλάει πράγματι το στόμα, κανένας δεν επιθυμεί πράγματι όσο λέει πως επιθυμεί τον άλλο, "Α!...τι ωραία που σε είδα!..."
Αυτή είναι η πολλή συνάφεια του κόσμου, οι πολλές κινήσεις κι ομιλίες, κι όλη αυτή η ψευτιά, το θέατρο - η οποία, λέει, εξευτελίζει τη ζωή, την εκθέτει στην καθημερινήν ανοησία των σχέσεων και των συναναστροφών.Εδώ δείχνεται ο πράγματι - θα έλεγα - επαναστατικός Καβάφης, προσωπικά επαναστατικός, - γιατί δεν ξέρω αν επανάσταση είναι η φωνή..., η επίθεση..., η μάχη... και μήπως είναι πιο φοβερή επανάσταση η απόφαση ότι δεν έχω καμμιά σχέση με το κακό και τη φλυαρία αυτού του κόσμου!

Τον είπανε ποιητή της παρακμής, αυτά είναι γελοιότητες. Ας στο ξαναλέει ο καθένας, ας το μάθει απόξω αυτό το ποίημα - θα του κάνει καλό - Αν γλιτώσει και μία μονάχα απ αυτές τις εκδηλώσεις κι απ αυτές τες συνάφειες και τες πολλές κινήσεις κι ομιλίες, - θα είναι μεγάλο κέρδος.

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Δεκέμβρης του 1903

Κι αν για τον έρωτά μου δεν μπορώ να πω —
αν δεν μιλώ για τα μαλλιά σου, για τα χείλη, για τα μάτια·
όμως το πρόσωπό σου που κρατώ μες στην ψυχή μου,
ο ήχος της φωνής σου που κρατώ μες στο μυαλό μου,
οι μέρες του Σεπτέμβρη που ανατέλλουν στα όνειρά μου,
τες λέξεις και τες φράσεις μου πλάττουν και χρωματίζουν
εις όποιο θέμα κι αν περνώ, όποιαν ιδέα κι αν λέγω.

Κ.Π. Καβάφης


Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2016

Τα τρια δοκίμια του Σοπενάουερ

ΤΑ ΤΡΙΑ ΔΟΚΙΜΙΑ TOΥ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ: 
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, 
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΚΑΤΕΧΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, 
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ

 Ποιος από μας δεν έχει γνωρίσει κάποιον άνθρωπο (ίσως τον ίδιο μας τον εαυτό) που να είναι τόσο στραμμένος προς τα έξω, τόσο απορροφημένος στη συσσώρευση αγαθών ή στο τι σκέφτονται οι άλλοι, ώστε να χάνει κάθε αίσθηση του εαυτού του; Ένας τέτοιος άνθρωπος, όταν του τίθεται κάποιο ερώτημα, αναζητεί την απάντηση προς τα έξω κι όχι προς τα μέσα. Διατρέχει δηλαδή τα πρόσωπα των άλλων, για να μαντέψει ποια απάντηση επιθυμούν ή περιμένουν. 

Για έναν τέτοιον άνθρωπο θεωρώ χρήσιμο να συνοψίσω μια τριάδα δοκιμίων που έγραψε ο Σοπενάουερ προς το τέλος της ζωής του. (Για όποιον έχει φιλοσοφικές τάσεις είναι γραμμένα σε γλώσσα σαφή και προσβάσιμη στον μη ειδικό.) Βασικά τα δοκίμια τονίζουν ότι το μόνο που μετράει είναι αυτό που το άτομο είναι. Ούτε ο πλούτος ούτε τα υλικά αγαθά ούτε η κοινωνική θέση ούτε η καλή φήμη φέρνουν την ευτυχία. Αν και οι σκέψεις αυτές δεν αφορούν συγκεκριμένα τα υπαρξιακά θέματα, παρ' όλ' αυτά μας βοηθούν να μετακινηθούμε από ένα επιφανειακό επίπεδο προς βαθύτερα ζητήματα

1. Αυτό που κατέχουμε. Τα υλικά αγαθά είναι απατηλά. Ο Σοπενάουερ υποστηρίζει πολύ κομψά ότι η συσσώρευση πλούτου και αγαθών είναι ατελείωτη και δεν προσφέρει ικανοποίηση. Όσο περισσότερα κατέχουμε, τόσο πολλαπλασιάζονται οι απαιτήσεις μας. Ο πλούτος είναι σαν το νερό της θάλασσας: όσο περισσότερο πίνουμε, τόσο πιο πολύ διψάμε. Στο τέλος δεν κατέχουμε εμείς τα αγαθά μας - μας κατέχουν εκείνα. 
 . 

2. Αυτό που αντιπροσωπεύουμε στα μάτια των άλλων. Η φήμη είναι το ίδιο εφήμερη όσο και τα υλικά πλούτη. Ο Σοπενάουερ γράφει: «Οι μισές μας ανησυχίες και αγωνίες έχουν προέλθει από την έγνοια μας για τις γνώμες των άλλων... πρέπει να βγάλουμε αυτό το αγκάθι απ' τη σάρκα μας». Είναι τόσο ισχυρή η παρόρμηση να κάνουμε μια καλή εμφάνιση, ώστε για μερικούς φυλακισμένους, την ώρα που βαδίζουν προς τον τόπο της εκτέλεσής τους, αυτό που κυρίως απασχολεί τη σκέψη τους είναι το ντύσιμο και οι τελευταίες τους χειρονομίες. Η γνώμη των άλλων είναι ένα φάντασμα που μπορεί ανά πάσα στιγμή ν' αλλάξει όψη. Οι γνώμες κρέμονται από μια κλωστή και μας υποδουλώνουν στο τι νομίζουν οι άλλοι, ή, ακόμα χειρότερα, στο τι φαίνεται να νομίζουν - γιατί ποτέ δεν μπορούμε να μάθουμε τι σκέφτονται πραγματικά. 

3. Αυτό που είμαστε. Μόνο αυτό που είμαστε έχει πραγματική αξία. Μια καλή συνείδηση, λέει ο Σοπενάουερ, αξίζει περισσότερο από μια καλή φήμη. Ο μεγαλύτερος στόχος μας θα έπρεπε να είναι η καλή υγεία κι ο πνευματικός πλούτος, ο οποίος οδηγεί σε ανεξάντλητα αποθέματα ιδεών, στην ανεξαρτησία και σε μια ηθική ζωή. Η ψυχική μας γαλήνη πηγάζει από τη γνώση ότι αυτό που μας αναστατώνει δεν είναι τα πράγματα, αλλά η ερμηνεία μας για τα πράγματα. 

Αυτή η τελευταία σκέψη -ότι η ποιότητα της ζωής μας προσδιορίζεται από το πώς ερμηνεύουμε τις εμπειρίες μας, όχι από τις ίδιες τις εμπειρίες- είναι ένα σημαντικό θεραπευτικό δόγμα που ανάγεται στην αρχαιότητα. Κεντρικό αξίωμα στη σχολή του στωικισμού, πέρασε από τον Ζήνωνα, τον Σενέκα, τον Μάρκο Αυρήλιο, τον Σπινόζα, τον Σοπενάουερ και τον Νίτσε κι έφτασε να γίνει θεμελιώδης έννοια τόσο στην ψυχοδυναμική όσο και στη γνωσιακή-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία.

(Ίρβιν Γιάλομ- Στον κήπο του Επίκουρου: Αφήνοντας πίσω τον τρόμο του θανάτου)

Το πνεύμα των Χριστουγέννων ως αφορμή εσωτερικής αξιολόγησης και επαναδιατύπωσης του τρόπου ζωής μας




Όλοι έχουμε διαβάσει ή έχουμε παρακολουθήσει σε ταινία τη Χριστουγεννιατική ιστορία  του Κάρολου Ντίκενς, την ιστορία του Εμπενίζερ Σκρουτζ. Παρά το σκοτεινό ύφος της ταινίας στο τέλος της μας αφήνει μια ευχάριστη αίσθηση την οποία νιώθουμε κάθε φορά που την ξαναβλέπουμε. Εξετάζοντας λίγο καλύτερα αυτή την ιστορία βλέπουμε τον μοναχικό τσιγκούνη Σκρουτζ, έναν σκληρό τοκογλύφο ο οποίος απομονωμένος από τους ανθρώπους ζει μια ζωή με μοναδικό ενδιαφέρον το μαγαζί του και το κέρδος. Η ζωή του όμως αλλάζει ξαφνικά όταν έρχεται αντιμέτωπος με το μέλλον, με το θανατό του και με την συνειδητοποίηση της πορείας ολόκληρης της ζωής του. Το πρώτο σοκ έρχεται όταν βλέπει τον εαυτό του νεκρό και την πλήρη αδιαφορία των λίγων ατόμων που βρίσκονται στην κηδεία του. Καταλαβαίνει ότι είχε άσχημο θάνατο, όπως το ίδιο άσχημη ήταν και η ζωή του. Τη στιγμή που αντικρίζει τον τάφο του συμβαίνει μια μεγάλη αλλαγή στην προσωπικότητά του. Γίνεται ένας πρόσχαρος και γενναιόδωρος άνθρωπος, και για πρώτη φορά εκφράζει ενδιαφέρον για τους γύρω του. Η συνειδητοποίηση της θνητότητάς του και το ότι σε όλη του τη ζωή τα μόνα του ενδιαφέροντα ήταν το χρήμα παίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξή του μετέπειτα. Μεταμορφώνεται σε έναν τελείως διαφορετικό άνθρωπο και έτσι σώζει ολόκληρη τη ζωή του ακόμη και το παρελθόν.
Η ιστορία του Εμπενίζερ Σκρουτζ αποτελεί ένα θαυμάσιο παράδειγμα και πολύ χρήσιμο μάθημα για όλους μας. Όταν αναλογιστεί κανείς  το πεπερασμένο της ύπαρξης  και δει κατάματα το μικρό χρονικό όριο που έχουμε  για να κάνουμε κάτι καλό για τον εαυτό μας, μπορεί να συνειδητοποιήσει πως η ζωή είναι πολύ μικρή για να την αναλώνουμε σε ευτελή πράγματα τα οποία μας αποσπούν από το πραγματικό σκοπό για τον οποίο είμαστε εδώ πέρα. Δρούμε σαν να επρόκειτο να ζήσουμε για πάντα και αφήνουμε την καθημερινότητά μας, τη ζωή μας, να περικυκλώνεται από μιζέρια και αναβλητικότητα. Εδώ παίζει σημαντικό ρόλο η υπενθύμιση του θανάτου, όπως θέλει να μας δείξει ο Ντίκενς αλλά και ο Γιάλομ, ο οποίος μας λέει ότι μολονότι η σωματική διάσταση του θανάτου μας καταστρέφει, η ιδέα του θανάτου μας σώζει. Το βήμα για μια περισσότερο χαρούμενη και γεμάτη ζωή μπορούμε να το κάνουμε μόνο εμείς και όχι από αύριο ή από τη νέα χρονιά, αλλά από την ίδια τη στιγμή που καταλαβαίνουμε ότι η ζωή μας είναι τόσο σύντομη και τόσο πολύτιμη που πρέπει να την κυνηγήσουμε στο έπακρο. Ορμώμενοι από την ιδέα του θανάτου, όπως και ο Σκρουτζ, μπορούμε να ξεκινήσουμε κάτι καινούργιο τώρα, να εκπληρώσουμε τις επιθυμίες μας τώρα, αλλά και να στραφούμε προς τον συνάνθρωπο. Γιατί, όσες διαφορές και αν έχουμε με τον διπλανό μας, αξίζει να θυμόμαστε που και που ότι όλοι είμαστε άνθρωποι και στο τέλος όλοι βασανιζόμαστε από τα ίδια πράγματα. 

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2016

Τα βιβλία του 2016



Παρακάτω ακολουθούν όλα τα βιβλία που διαβάστηκαν μέσα στο 2016, μια σύντομη κριτική και η βαθμολογία για το καθένα.




Έγκλημα και τιμωρία- Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα παρακολουθούμε την ιστορία του νεαρού Ρασκόλνικωφ, φοιτητή της νομικής ο οποίος, καταπιεσμένος από την κοινωνική αδικία επιλέγει να πράξει ένα έγκλημα προκειμένου να κάνει καλύτερο τον κόσμο αλλά και να βοηθήσει τον εαυτό του. Αυτό το οποίο ξεχωρίζει στο βιβλίο είναι η περιγραφή της ψυχικής κατάστασης του Ρασκόλνικωφ πριν και μετά το έγκλημα καθώς και η βαθιά ανάλυση των χαρακτήρων του έργου. Ο Ντοστογιέφσκι προχωράει βαθιά στον ανθρώπινο ψυχισμό και δημιουργεί μια εξαιρετική πλοκή που κρατάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο.

Βαθμολογία: 9/10

Ο λύκος της Στέπας- Έρμαν Έσσε 


Το βιβλίο αυτό περιγράφει τη ζωή ενός καθηγητή ο οποίος, κουρασμένος από τον σύγχρονο τρόπο ζωής και την ελαφρότητα των ανθρώπων αποσύρεται από κοντά τους και ζει μόνος του μέσα στους ανθρώπους, σαν τον μοναχικό λύκο της στέπας. Απομονωμένος, ψάχνει να βρει το νόημα της ζωής και να πετύχει την αυτοπραγμάτωσή του. Κυρίως όμως αυτό το βιβλίο είναι μια εύστοχη, σκληρή κριτική της αστικής κοινωνίας.

Βαθμολογία: 8/10



Η θεραπεία του Σοπενάουερ- Ίρβιν Γιάλομ
Στη θεραπεία του Σοπενάουερ ο υπαρξιακός ψυχοθεραπευτής Ίρβιν Γιάλομ μας εισαγάγει στη λειτουργία της ομαδικής ψυχοθεραπείας και ταυτόχρονα μας φέρνει σε επαφή με το έργο του φιλοσόφου Άρθουρ Σοπενάουερ. Η αγάπη του Γιάλομ για τη φιλοσοφία διακρίνεται μέσα από τα μυθιστορήματά του. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η θεραπεία του Σοπενάουερ μοιάζει με το 'Οταν έκλαψε ο Νίτσε' με τη διαφορά ότι στη θεραπεία του Σοπενάουερ δεν υπάρχει ατομική ψυχοθεραπεία αλλά ομάδα. Ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος, Τζούλιαν, όταν μαθαίνει ότι πάσχει από μια θανατηφόρα μορφή καρκίνου θα αναζητήσει να βρει το νόημα που υπάρχει στη ζωή του. Αυτό θα τον φέρει ξανά σε επικοινωνία με τον παλιό ασθενή του, Φίλιπ, τον οποίον δεν κατάφερε ποτέ να βοηθήσει πραγματικά.

Βαθμολογία: 8/10

Η Καρδερίνα- Ντόνα Ταρτ 

Στο βιβλίο αυτό παρακολουθούμε την πορεία της ενηλικίωσης ενός έφηβου αγοριού το οποίο βασανίζεται από την απώλεια της μητέρας του. Στα 13 του απομένει μόνος σε μια πόλη γεμάτη κινδύνους και μοναξιά. Μαζί του παρακολουθούμε το πένθος, το βίαιο αποχωρισμό, την ανάγκη για προσκόλληση. Ένα βιβλίο με ενδιαφέρουσα πλοκή και ευχάριστο στην ανάγνωση.

Βαθμολογία: 7/10





Ο Ηλίθιος- Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Στο επόμενο βιβλίο του Ντοστογιέφσκι παρακολουθούμε την ιστορία του Πρίγκιπα Μίσκιν, ο οποίος λόγω της επιληψίας του έχει καθηλωθεί σε ένα νοητικό στάδιο όπου σκέφτεται αθώα και παιδικά. Όταν βρεθεί στην κοινωνία της Πετρούπολης βρίσκεται αντιμέτωπος με την σκληρότητα του κόσμου την οποία δεν είναι φτιαγμένος για να μπορέσει να αντέξει. Μαζί παρακολουθούμε την αλληλεπίδραση του πρίγκιπα με τους ανθρώπους της καλής κοινωνίας και βλέπουμε μέσα από τα μάτια του έναν κόσμο φτιαγμένο από δολοπλοκίες και ψέμματα.

Βαθμολογία: 8/10






Νεοελληνική μυθολογία- Αύγουστος Κορτώ 
Ένα βιβλίο που σκοπό έχει το γέλιο περιγράφει μερικές από τις πιο γνωστές ιστορίες της ελληνικής μυθολογίας με τρόπο κωμικό όπως και με το έργο του Τσιφόρου, από τον οποίο έχει εμπνευστεί και ο ίδιος ο Κορτώ σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Ευχάριστο βιβλίο που καταφέρνει να εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο γράφτηκε.

Βαθμολογία: 6/10







Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα- Άλκη Ζέη 
 <<Κανείς από τη γενιά μας δεν πρόλαβε. Μας πρόλαβαν άλλα. Πόλεμος, Δεκέμβρης, εμφύλιος, δικτατορία. Όλο τα παλιά θυμόμαστε. Μας βαριούνται. Δεν λέμε να τα ξεχάσουμε, είναι όλη μας η ζωή. Πόσες φορές είπαμε να τη φτιάξουμε από την αρχή! Δεν είναι το κουράγιο που μας έλειψε...>>
Στο βιβλίο αυτό παρακολουθούμε την ιστορία της Ελένης, αρραβωνιαστικιάς του Αχιλλέα η οποία με την αφήγησή της ξαναζωντανεύει την τριακονταετία ΄40-΄70 με όλα τα γεγονότα και τις πληγές που άφησε στους ανθρώπους. Βιβλίο που διαβάζεται μονομιάς λόγω της αμεσότητας και της ζωντάνιας των ιστοριών που περιγράφει.

Βαθμολογία: 7/10





Το στρίψιμο της βίδας- Χένρι Τζέιμς
Ένα βιβλίο με έντονο το φαντασιακό στοιχείο και το μυστήριο με πρωταγωνίστρια την δασκάλα δύο παιδιών τα οποία μένουν σε ένα εξοχικό σπίτι όπου εμφανίζονται παράξενες παρουσίες.

Βαθμολογία: 7/10






Αυτογονία- Αύγουστος Κορτώ

Ιστορία δοσμένη με μορφή θεατρικού διαλόγου ανάμεσα σε τρεις αυτόχειρες συγγραφείς, τη Σάρα Κειν, τη Βιρτζίνια Γούλφ και τη Σύλβια Πλαθ. Σε μια συζήτηση για τη ζωή και το θάνατο οι τρεις αυτές γυναίκες καλούνται να αποφασίσουν αν θέλουν να επιστρέψουν ξανά στη ζωή ή να παραμείνουν νεκρές.

Βαθμολογία: 4/10










Ο δήμιος του έρωτα- Ίρβιν Γιάλομ

Σε δέκα ιστορίες ψυχοθεραπείας δοσμένες πάντα με τον μοναδικό τρόπο του Γιάλομ, εξετάζεται το φαινόμενο του έρωτα, της αγάπης και της ύπαρξης.

Βαθμολογία: 8/10









Σύγχυση αισθημάτων -Στέφαν Τσβάιχ

Σ αυτό το σύντομο βιβλίο ο Τσβάιχ περιγράφει τη σχέση μεταξύ ενός φοιτητή και του καθηγητή του η οποία όπως αποδεικνύεται, κρύβει ένα μυστικό από την πλευρά του καθηγητή το οποίο ήταν, για εκείνη την εποχή, τρομερό.

Βαθμολογία: 8/10








Θαυμαστός Νέος Κόσμος- Άλντους Χάξλευ
Στη δυστοπία που περιγράφει ο Χάξλευ, μεταφερόμαστε αρκετά χρόνια στο μέλλον όπου οι άνθρωποι έχουν φτάσει στο απόγειο της εξέλιξής τους και πλέον θέλουν μια κοινωνία σταθερή. Έχουν θεοποιήσει τον  Φορντ και την τεχνολογία, γεννιούνται μέσα σε εργαστήρια και μαθαίνουν να μην νιώθουν συναισθήματα λύπης, να μην νιώθουν μοναξιά, να διασκεδάζουν συνεχώς και να μην φοβούνται το θάνατο. Έχουν δημιουργήσει την ιδανική κοινωνια... Βιβλίο που σε βάζει να σκεφτείς σχετικά με την πορεία της ανθρωπότητας.

Βαθμολογία: 7/10





Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι- Μίλαν Κούντερα
Με αφορμή την ερωτική ιστορία μεταξύ της Τερέζας και του Τόμας, ο Κούντερα διεισδύει στην ουσία της ύπαρξης των ανθρώπων, οι οποίοι οδηγούνται συνεχώς από συμπτώσεις και τυχαία γεγονότα και μας ξεδιπλώνει μια πλούσια ιστορία στη συνέχεια στην οποία μπαίνουν περισσότερα πρόσωπα τα οποία διαρκώς περιστρέφονται γύρω από τα ερωτήματα του έρωτα και του θανάτου.

Βαθμολογία: 6.5/10



Το ημερολόγιο ενός τρελού- Νικολάι Γκόγκολ
Στο μικρό αυτό διήγημα το οποίο έχει συμβολικό χαρακτήρα και είναι γραμμένο σε μορφή ημερολογίου, μεταφερόμαστε στην κοινωνία της Πετρούπολης το ασφυκτικό κλίμα της οποίας, σύμφωνα με τον Γκόγκολ μπορεί να οδηγήσει ένα άτομο στην τρέλα. Είναι τρελός όποιος βλέπει τον κόσμο με τα δικά του μάτια και αντιλαμβάνεται το ψέμα και την υποκρισία γύρω του;

Βαθμολογία: 7.5/10

Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου- Γκαίτε
Στο βιβλίο αυτό παρακολουθούμε την εξέλιξη του νεαρού Βέρθερου ο οποίος βιώνει έναν πολύ έντονο και ανεκπλήρωτο έρωτα. Η ιστορία αυτή είναι βαθιά αυτοβιογραφική καθώς αποτελεί την προσπάθεια του Γκαίτε να αποτινάξει από πάνω του το ίδιο αρρωστημένο πάθος που είχε ο ήρωάς του. Ο ήρωας, ο οποίος είναι ερωτευμένος με μια κοπέλα ήδη αρραβωνιασμένη την οποία δεν θα μπορεί ποτέ να έχει αρνείται να ζήσει τη ζωή του με αυτό τον τρόπο και αυτοκτονεί. Το κείμενο είναι διαποτισμένο με ρομαντισμό ενώ η αυτοκτονία στο τέλος συμβολίζει την αδυναμία ενός νέου ιδεαλιστή να ζήσει στην πραγματική κοινωνία των ανθρώπων. Πρόκειται για βιβλίο που εξετάζει βαθιά το ηθικό θέμα της αυτοκτονίας ενώ είναι υπεύθυνο για την εμφάνιση του συνδρόμου του Βέρθερου από το οποίο πολλοί νέοι οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία επηρεασμένοι από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου.

Βαθμολογία: 9/10


Κάτω απ τον τροχό- Έρμαν Έσσε
Σε αυτό το βιβλίο ο Έσσε διηγείται την ιστορία ενός παιδιού το οποίο ενώ έχει ιδιαίτερα χαρίσματα και κλίση προς τις επιστήμες πιέζεται τόσο πολύ από το εκπαιδευτικό σύστημα που στο τέλος καταρρέει. Ένα βιβλίο που μιλάει για το πόσο μπορεί να βλάψει τον άνθρωπο η υπερβολική φιλοδοξία και η υπέρμετρη εργασία, αλλά ταυτόχρονα ασκεί κριτική στο εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο κατατάσσει τους μαθητές σε κατηγορίες και νοιάζεται μόνο για την ακαδημαϊκή επιτυχία χωρίς να δίνει προσοχή σε άλλες πτυχές της προσωπικότητας των παιδιών.

Βαθμολογία: 7/10

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

Χαλίλ Γκιμπράν


Οι επτά εαυτοί

Στην πιο ήσυχη ώρα της νύχτας
καθώς ήμουν ξαπλωμένος και μισοκοιμισμένος
Οι επτά εαυτοί μου κάθισαν μαζί
και έτσι κουβέντιαζαν ψιθυριστά

Πρώτος εαυτός:
Εδώ, σ αυτόν τον τρελό κατοίκησα όλα αυτά τα χρόνια,
χωρίς να κάνω τίποτα παρά να ανανεώνω τον πόνο του την ημέρα,
και να ξαναδημιουργώ τη θλίψη του τη νύχτα.
Δεν μπορώ να αντέξω άλλο τη μοίρα μου,
και τώρα επαναστατώ.

Δεύτερος εαυτός:
Η δικιά σου μοίρα είναι καλύτερη από την δικιά μου,
αδελφέ,
γιατί μου δόθηκε να είμαι ο χαρούμενος εαυτός αυτού του τρελού,
Γελώ το γέλιο του και τραγουδώ τις χαρούμενες ώρες του,
και με τριπλοφτερωμένα πόδια χορεύω τις φωτεινότερες σκέψεις του.
Εγώ θα έπρεπε να επαναστατήσω,
ενάντια στην κουρασμένη μου ύπαρξη.

Τρίτος εαυτός: Και εγώ ο από αγάπη κυριαρχούμενος εαυτός,
ο φλεγόμενος πυρσός του αχαλίνωτου πάθους
και των φανταστικών επιθυμιών;
Εγώ ο αρρωστημένος από αγάπη εαυτός
είμαι που θα έπρεπε να επαναστατήσει εναντίον αυτού του τρελού.

Τέταρτος εαυτός:
Εγώ, από όλους εσάς είμαι ο πιο δυστυχισμένος,
γιατί τίποτα δε μου δόθηκε,
εκτός από απεχθές μίσος και καταστροφική αηδία.
Εγώ είμαι ο θυελλώδης εαυτός,
που γεννήθηκα στις μαύρες σπηλιές της Κόλασης,
αυτός που θα έπρεπε να διαμαρτυρηθεί
και να μην υπηρετεί αυτόν τον τρελό.

Πέμπτος εαυτός: Όχι, εγώ είμαι, ο σκεπτόμενος εαυτός, ο εαυτός της πείνας και της δίψας,
αυτός που είναι καταδικασμένος να τριγυρνά χωρίς ξεκούραση
ψάχνοντας άγνωστα και όχι ακόμα δημιουργημένα πράγματα.
Εγώ είμαι, όχι εσείς,
αυτός που θα έπρεπε να επαναστατήσω,

 Έκτος εαυτός:
Και εγώ, ο εργαζόμενος εαυτός, ο θλιβερός εργάτης,
που με υπομονετικά χέρια, και γεμάτα λαχτάρα μάτια.
κάνω τις μέρες εικόνες και δίνω αιώνιες μορφές στα άμορφα στοιχεία-
εγώ είμαι, ο μοναχικός,
αυτός που θα έπρεπε να επαναστατήσω
ενάντια σ αυτόν τον ανήσυχο τρελό.

Έβδομος εαυτός:
Πόσο περίεργο που όλοι σας θα έπρεπε να επαναστατήσετε,
ενάντια σ αυτόν τον άνθρωπο,
επειδή ο καθένας σας έχει μια προκαθορισμένη μοίρα να εκπληρώσει.
Α! να μπορούσα να ήμουν σαν κάποιον από εσάς,
ένας εαυτός με προαποφασισμένη μοίρα!
Αλλά δεν έχω καμία,
Είμαι ο κάνω-τίποτα εαυτός,
αυτός που κάθεται στο άλαλο,
κενό τίποτα και ποτέ,
ενώ εσείς είστε απασχολημένοι
να ξαναδημιουργείτε ζωή.
Εσείς είστε ή εγώ, γείτονες,
Που θα έπρεπε να επαναστατήσω;

Όταν ο έβδομος εαυτός μίλησε έτσι,
οι άλλοι έξι τον κοίταξαν με οίκτο, και δεν είπαν τίποτα άλλο.
Και καθώς η νύχτα πύκνωνε,
ο ένας μετά τον άλλο έπεσαν για ύπνο
τυλιγμένοι σε μια νέα και χαρούμενη υποταγή.

Αλλά ο έβδομος εαυτός παρέμεινε να κοιτά
και να παρατηρεί το τίποτα,
το οποίο βρίσκεται πίσω απ όλα τα πράγματα.

Ο τρελός
Με ρώτησες πώς έγινα τρελός.

Να πώς:
Μιαν αυγή, καιρό πολύ πριν γεννηθούνε άμετροι θεοί, ξύπνησα από ένα λήθαργο κι είδα πως μου είχαν κλέψει όλες τις μάσκες μου -τις εφτά μάσκες που είχα δημιουργήσει κι είχα φορέσει σ' εφτά ζωές.
΄Ετρεξα τότε ακάλυπτος στους κοσμοπλημμυρισμένους δρόμους φωνάζοντας: "Κλέφτες, κλέφτες, καταραμένοι κλέφτες!"
Πολλοί άντρες και γυναίκες με περιγέλασαν, κι άλλοι έτρεξαν φοβισμένοι στα σπίτια τους.
Σαν έφτασα στην αγορά, ένας νέος πάνω από μια στέγη φώναξε:
"Είναι τρελός!". Σήκωσα το κεφάλι για να τον δω. Τότε, για πρώτη φορά, ο ήλιος φίλησε το γυμνό πρόσωπό μου και η ψυχή μου γέμισε αγάπη για τον ήλιο, κι απ΄τη στιγμή εκείνη δεν ήθελα πια τις μάσκες μου. Και εκστασιασμένος φώναξα: " Ευλογημένοι, ευλογημένοι εκείνοι που έκλεψαν τις μάσκες μου!"
΄Ετσι έγινα τρελός.
Και μέσα στην τρέλα μου βρήκα και τα δυο: λευτεριά και σιγουριά. Τη λευτεριά της μοναξιάς και τη σιγουριά πως δεν με καταλαβαίνουν. Γιατί αυτοί που μας καταλαβαίνουν κάτι υποδουλώνουν μέσα μας.
Αλλά, ας μην είμαι και τόσο περήφανος για τη σιγουριά μου. Κι ένας κλέφτης ακόμα, όταν είναι φυλακισμένος, είναι προφυλαγμένος από έναν άλλον κλέφτη.


Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Άρθουρ Σοπενάουερ


-Κάθε ανάσα που παίρνουμε απωθεί τον θάνατο που συνεχώς μας πολιορκεί... Στο τέλος ο θάνατος πρέπει να θριαμβεύσει, γιατί ορίστηκε για μας από τη γέννησή μας και παίζει με το θύμα του μόνον για λίγο, πριν το καταβροχθίσει. Κι όμως, συνεχίζουμε με μεγάλο ενδιαφέρον και με πολλή φροντίδα τη ζωή μας για όσο μεγαλύτερο διάστημα γίνεται, όπως θα φτιάχναμε μια σαπουνόφουσκα, όσο μεγαλύτερη μπορούμε, παρά την απόλυτη βεβαιότητά μας πως στο τέλος θα σκάσει.

-Η ζωή είναι ελεεινό πράγμα. Αποφάσισα να περάσω τη ζωή μου σκεπτόμενος αυτό ακριβώς.

-Η θρησκεία έχει τα πάντα με το μέρος της: την αποκάλυψη, τις προφητείες, την προστασία των κυβερνήσεων, τα υψηλότερα αξιώματα και διακρίσεις... και πάνω απ όλα αυτά, το ανεκτίμητο προνόμιο να της επιτρέπεται να εντυπώνει στο νου των ανθρώπων τα δόγματά της από την τρυφερή παιδική ηλικία, ώστε να μετατρέπονται σχεδόν σε έμφυτες ιδέες.

-Οι μεγάλες δυστυχίες δεν επιτρέπουν στις μικρότερες αν γίνουν αισθητές και αντιστρόφως, ελλείψει κάποιας μεγάλης δυστυχίας η παραμικρή στενοχώρια κι ενόχληση μας βασανίζει.

-Η ευθυμία και η ελαφράδα της νεότητάς μας οφείλονται εν μέρει στο γεγονός ότι ανηφορίζουμε το βουνό της ζωής και δεν βλέπουμε τον θάνατο που βρίσκεται στη βάση της άλλης μεριάς.

-Πρέπει να κρίνουμε με επιείκεια κάθε ανθρώπινη επιπολαιότητα, αποτυχία και κακία, έχοντας κατά νου ότι μπροστά μας δεν έχουμε άλλο απ τις δικές μας επιπολαιότητες, αποτυχίες και κακίες.

-Στο τέλος της ζωής του κανένας άνθρωπος, αν είναι ειλικρινής κι έχει σώας τας φρένας, δεν εύχεται ποτέ να την ξαναζήσει απ την αρχή. Αντί για αυτό θα προτιμήσει σαφώς την πλήρη ανυπαρξία.

-Το να εξαναγκάζεις ένα άτομο με υψηλά και σπάνια πνευματικά χαρίσματα να ασκήσει ένα επάγγελμα απλώς χρήσιμο, είναι σαν να χρησιμοποιείς ένα πολύτιμο βάζο, διακοσμημένο με την ωραιότερη ζωγραφική, σαν κανάτα για την κουζίνα.

(Από το βιβλίο του Irvin Yalom, Η θεραπεία του Σοπενάουερ).

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016

 JOSTEIN GAARDER " Το Κάστρο των Αγγέλων "

" Η φιλοσοφία μπορεί να μας διδάξει αρκετά πράγματα για την τέχνη της ζωής. Συχνά δεν δίνουμε στον εαυτό μας την ευκαιρία να μελετήσει πραγματικά ένα αινιγματικό χαμόγελο κι έτσι στερούμαστε μια πηγή αληθινής ευτυχίας. Η ευτυχία μπορεί να είναι απλό πράγμα- κάτι σαν την ανακάλυψη ότι ο ουρανός είναι γαλανός ή ότι τα πουλιά πετούν πολλά μαζί ".

Το Σπάνιο Πουλί

" Λένε ότι ο κόσμος είναι πολύ γέρικος.Κι όμως: σπάνια ζει περισσότερο από εκατό χρόνια. Ο κόσμος δεν γερνάει. Εμείς γερνάμε.
Όσο θα γεννιούνται άνθρωποι στον κόσμο, ο κόσμος θα'ναι ολοκαίνουριος, όπως ήταν την έβδομη μέρα της δημιουργίας, όταν ο θεός στάθηκε να ξεκουραστεί.
Είμαστε μάρτυρες μιας νέας δημιουργίας. Ένας κόσμος πλάθεται μπροστά στα μάτια μας μέρα μεσημέρι. Ανήκουστο! Ένας κόσμος γεννιέται από το τίποτα...
Κι ωστόσο υπάρχουν άνθρωποι που βαριούνται!

Τον περισσότερο χρόνο του ο κόσμος τον ξοδεύει στον ύπνο.
Πού και πού μόνο ξυπνάει, τρίβει τα μάτια του, διώχνει τη νύστα και συνειδητοποιεί τον εαυτό του.
" Ποιος είμαι; " αναρωτιέται. " Από πού έρχομαι; "
Και για λίγα δευτερόλεπτα κάθεται στον ώμο μας το Σπάνιο Πουλί ".

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016




Παρακάτω παρατίθενται μερικά καίρια σημεία από το βιβλίο " Η ιστορία της τρέλας"του μεγάλου στοχαστή Μισέλ Φουκώ που καταδεικνύουν το αναπόφευκτο της "τρέλας" καθώς και την τάση περιθωριοποίηση της.



" Όλοι οι άνθρωποι είναι τόσο αναπόφευκτα τρελοί που, όποιος δεν είναι τρελός, είναι διπλά τρελός"


" Ο καλύτερος τρόπος για να σιγουρευτείς ότι εσύ είσαι ο γνωστικός δεν είναι το να κλείσεις μέσα το γείτονα σου " ( Φ. Ντοστογιέφσκι)


" Οι ανορθόλογοι άνθρωποι είναι άνθρωποι που η κοινωνία αναγνωρίζει κι απομονώνει : ανάμεσα τους είναι ο ελευθεριάζων, ο άσωτος, ο ομοφυλόφιλος, ο μάγος, ο αυτόχειρας, ο άθεος. Τον παραλογισμό αρχίζουν πια να τον μετρούν σαν μια εκτροπή από την κοινωνική νόρμα "


Θα μπορούσαμε να πούμε διαβάζοντας έστω φευγαλέα τα παραπάνω, πως η σκεπτικιστική στάση του Φουκώ απέναντι στον τρόπο λειτουργίας της κοινωνίας αναδύει στην επιφάνεια μια διαχρονικότητα των ισχυρισμών του. Σήμερα, μάλιστα, περισσότερο, ίσως από κάθε άλλη εποχή η κοινωνία έρχεται αντιμέτωπη και καλείται να αναμετρηθεί με την λεγόμενη " διπλή τρέλα" των ανθρώπων έχοντας την τάση να την παθολογικοποιεί και να προσπαθεί να την καθυποτάξει. Οι αποδιοπομπαίοι τράγοι και οι προσπάθειες αποχωρισμού και μόνωσης της λογικής από την "τρέλα" αποτελούσαν, αποτελούν και θα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας που προσπαθεί εναγωνίως να αποδώσει αιτίες και να κατασκευάσει νόρμες.


Μόνο όταν καταλάβουν οι άνθρωποι πως η λογική δεν ευσταθεί χωρίς αντίστοιχες δόσεις από
αυτή τη " διπλή τρέλα", θα καταφέρουν να συνυπάρξουν αρμονικά οι ανορθόλογοι με τους"γνωστικούς".

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2016

Κική Δημουλά -Κυριακή



Πολλή Κυριακή για έναν άνθρωπο.
Ένα σκληρό χαμόγελο στο πρόσωπο του κόσμου.
Με κούρασε πολύ το πρόσωπο του κόσμου.
Κι εσύ να είσαι ένα ποτήρι
Στο πάνω πάνω ράφι που δε φτάνω.


Κυριακή απόγευμα
 Πολλές φορές σε ζήτησα το απόγευμα:
Όταν με βρήκε πίσω απ το παράθυρο
να προφητεύω τις συνεχείς σιωπές σου.
Όταν μια βίαιη σκηνή εκτυλίχτηκε
σ' εμένα ανάμεσα και στο τετελεσμένο.
Όταν προχώρησα στο διπλανό δωμάτιο
κι αυτό το εκάλεσα <<φυγή>>.
Κι άλλες επίμονες φορές σε φώναξε
μεσ΄από έξι λαϊκά τραγούδια
για πιάνο και για δύσκολο απόγευμα
Κι ακόμα τρεις θρηνητικές μορφές
όταν τα θέματα σουρούπωναν
κι ονόμασα τα μάτια σου
<<καθημερινά απογεύματα>>
ιι όλον εσένα Κυριακή
που είναι μπάντα δύσκολη.

(Κική Δημουλά, Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος)



Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2016

Γκαίτε- Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου


Λοιπόν, τίποτε δε με λυπεί τόσο πολύ, όσο το να βλέπω τους ανθρώπους να ταλαιπωρούν ο ένας τον άλλο, και προπάντων νέους στην ακμή της ηλικίας τους, όταν θα μπορούσαν να είναι κατεξοχήν ανοιχτοί σε όλες τις χαρές, να χαλάνε τις ελάχιστες καλές μέρες της ζωής τους με ανοησίες και να ανακαλύπτουν το ανεπανόρθωτο της σπατάλης τους όταν είναι πλέον πολύ αργά.
Δεν είναι αρκετό που δεν μπορούμε να κάνουμε ο ένας τον άλλον ευτυχισμένο, χρειάζεται επιπλέον να στερούμε ο ένας απ΄τον άλλον την απόλαυση που η κάθε καρδιά μπορεί ακόμη να προσφέρει στον εαυτό της; Και δείξτε μου εσείς τον άνθρωπο που κατέχεται από κακή διάθεση και έχει το θάρρος να την κρύβει, να φέρει μόνος του το βάρος της χωρίς να καταστρέφει τη χαρά γύρω του.Ή μήπως η διάθεση αυτή δεν είναι παρά η εσωτερική δυσθυμία που μας προκαλεί η ανεπάρκειά μας, ένα αίσθημα ότι δεν μας αρέσει ο εαυτός μας, συνυφασμένο πάντοτε με έναν φθόνο, ο οποίος υποδαυλίζεται από κάποια ανόητη ματαιοδοξία; Βλέπουμε ευτυχισμένους ανθρώπους που δεν τους κάναμε εμείς ευτυχισμένους και αυτό είναι ανυπόφορο.
Αλίμονο σ αυτούς που χρησιμοποιούν την εξουσία που έχουν πάνω σε μια καρδιά για να της στερήσουν τις απλές χαρές που πηγάζουν από μέσα της. Όλα τα δώρα, όλες οι χάρες του κόσμου δεν μπορούν να υποκαταστήσουν μια στιγμή καθαρής απόλαυσης την οποία έχει δηλητηριάσει η φθονερή δυσθυμία του δυνάστη μας.
Είθε να επαναλάμβανε κανείς κάθε μέρα: Δεν έχεις τη δύναμη να κάνεις τίποτε άλλο για τους φίλους σου από το να τους αφήνεις τις χαρές τους και να μεγαλώνεις την ευτυχία τους απολαμβάνοντάς την μαζί τους. Μπορείς, όταν βαθιά η ψυχή τους βασανίζεται από ένα αγωνιώδες πάθος, όταν διαλύεται από τη θλίψη, να τους προσφέρεις μια σταγόνα παρηγοριάς; Κι όταν η έσχατη, η πιο τρομερή αρρώστια χτυπήσει το πλάσμα που εσύ είχες υπονομεύσει ύπουλα στις μέρες της ακμής του κι εκείνη θα κείτεται τώρα άθλια εξαντλημένη και θα κοιτάζει τον ουρανό με μάτια απλανή, ενώ ο ιδρώτας του θανάτου θα κυλάει στο χλωμό της μέτωπο, τότε εσύ θα στέκεσαι πλάι στο κρεβάτι σαν καταραμένος νιώθοντας βαθιά ότι ολόκληρη η δύναμή σου δεν σε βοηθάει σε τίποτε, ενώ μέσα σου θα σε σπαράζει η αγωνία, έτσι που θα τα δινες όλα για να σταλάξεις μια σταγόνα δύναμης, να ανάψεις μια σπίθα θάρρους σ αυτό το πλάσμα που πεθαίνει. 

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι


-Ο έρωτας αρχίζει από μια μεταφορά.

-Ο έρωτας αρχίζει από τη στιγμή που μια γυναίκα εγγράφεται με μια από τις κουβέντες της, στην ποιητική μας μνήμη.

-Ο ανθρώπινος χρόνος δε γυρίζει κυκλικά αλλά προχωρεί σε ευθεία γραμμή. Γι αυτό και ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος επειδή η ευτυχία είναι  επιθυμία  επανάληψης.

-Η ομορφιά είναι ένας κόσμος προδομένος. Δεν μπορεί να τη συναντήσει κανείς παρά μόνον όταν οι διώκτες της την έχουν ξεχάσει σε κάποια μεριά κατά λάθος. Η ομορφιά κρύβεται πίσω από το σκηνικό. Για να τη βρει κανείς πρέπει να καταστρέψει τον μουσαμά του σκηνικού.

-Η ερώτηση είναι σαν το μαχαίρι που σκίζει το ζωγραφισμένο μουσαμά του σκηνικού για να μπορέσει κανείς να δει αυτό που κρύβεται από πίσω.

-Μια ερώτηση στην οποία δεν υπάρχει απάντηση είναι ένα εμπόδιο πέρα από το οποίο δεν μπορεί να πάει κανείς. μ' άλλα λόγια είναι ακριβώς οι ερωτήσεις στις οποίες δεν υπάρχει απάντηση που σημαδεύουν τα όρια των ανθρωπίνων δυνατοτήτων και χαράζουν τα σύνορα της ύπαρξής μας.

-Όποιος αναζητάει το άπειρο δεν έχει παρά να κλείσει τα μάτια.

(Από το βιβλίο του Μίλαν Κούντερα- Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι)



Ρευστότητα..κενότητα..ματαιότητα
ένα συνονθύλευμα συγκρουόμενων συναισθηματών
 αναδύεται αίφνης τη στιγμή
που αφουγκράζεσαι και νοερά επεξεργάζεσαι
τις τρεις αυτές (θα έλεγαν κάποιοι ανυπόστατες) έννοιες
ζωτικής σημασίας.
 Και εδώ δημιουργείται το εξής διφορούμενο :
ενώ συλλογίζεσαι έστω και ενοχικά 
την μάταιη, ρευστή και διόλου πλουτισμένη "ζωή" 
που κάνεις
εντούτοις, προς τι όλη αυτή η επιδερμική αντιμετώπισή
ακόμα και η αδράνεια;
 Κοιτάς με το νωχελικό σου βλέμμα 
την αγοραία "ευμάρεια" και "πληρότητα"
και ενώ αυτές κραυγάζουν ηχηρά
 εσύ γιατί σιωπάς συνειδητά;
 Ίσως επειδή είναι πλέον "περασμένη η ώρα"
και οι κακοτοπιές της κοινωνίας ρίζωσαν βαθιά
εκεί που εσύ θα ήθελες γόνιμο έδαφος
 για σκέψη και κατ'επέκταση αντίδραση. 
έτσι συνεχίζεται ξανά και ξανά ένας φαύλος κύκλος
 μέσα στον οποίο
σέρνεσαι ανήμπορος να σηκωθείς,
 ναι, νομίζω αυτό θεωρείται εκφυλισμός.

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016



Ζητώ συγγνώμη που δεν απαντώ 
Αλλά δεν είναι δικό μου λάθος
Αν δεν αντιστοιχώ 
Σ’ εκείνον που σε μένα αγαπάτε.
 Ο καθένας μας είναι πολλοί
 Εγώ είμαι αυτός που νομίζω, 
Άλλοι με βλέπουν διαφορετικό
 Και πάλι λάθος κάνουν.
 Μη με παίρνετε γι’ άλλον
 Κι αφήστε με ήσυχο. 
Αν εγώ δεν θέλω
 Να βρω τον εαυτό μου
 Γιατί οι άλλοι να τον ψάχνουν; 




Αν είμαι μυστικιστής είπατε;
 Ναι Είμαι!
 Είμαι αλλά μόνο με το σώμα,
 Η ψυχή μου είναι απλή, δεν σκέφτεται
 Ο μυστικισμός μου έγκειται 
στην άρνηση της γνώσης
 Σε μια ζωή χωρίς σκέψεις
 Δεν με νοιάζει τι είναι η φύση, την τραγουδώ
 Ζω στην κορυφή ενός λόφου, 
σ’ ένα μοναχικό ασβεστωμένο σπίτι.. 
Να ποιος είμαι!

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

Στο νέο θαυμαστό κόσμο του Άλντους Χάξλεϊ



Στο βιβλίο Νεός Θαυμαστός κόσμος του Άλντους Χάξλει, Άγγλου συγγραφέα, μεταφερόμαστε στο μακρινό μέλλον, όπου οι Άρχοντες του κόσμου έχουν φτιάξει την ιδανική κοινωνία. Μια κοινωνία αλληλεγγύης και ευτυχίας, μια κοινωνία χρησιμότητας όπου τα πάντα είναι προκαθορισμένα και οι άνθρωποι δεν νιώθουν πόνο, όπως και κανένα άλλο συναίσθημα, μια κοινωνία που η ανάγκη για συναισθήματα αντικαθίσταται με σεξουαλική επαφή και το υπέρτατο ναρκωτικό ΄σόμα. Στον αντίποδα αυτής της κοινωνίας υπάρχουν οι πρωτόγονες κοινωνίες στις οποίες δεν αναπτύχθηκε πολιτισμός για μια σειρά λόγων. Όταν ένας κάτοικος της πρωτόγονης κοινωνίας επισκέπτεται τον θαυμαστό νέο κόσμο φαίνεται να μην μπορεί να καταλάβει που έγκειται η ευτυχία και ο πολιτισμός. Παρακάτω παρακολουθούμε τη συζήτηση του άγριου ανθρώπου (όπως αποκαλούν τα άτομα από τις πρωτόγονες κοινωνίες) και του Άρχοντα του κόσμου:

  Τζων: Γιατί δεν παρουσιάζετε τον Οθέλλο στο σινεμά αντί για αυτές τις ηλίθιες αισθησιοταινίες;
Άρχοντας: Πρόκειται για έργο παλαιό και, μεταξύ μας, δε θα το καταλάβαιναν.
-Τότε γιατί δεν τους δίνετε κάτι καινούργιο σαν τον Οθέλλο που  να μπορούν να καταλάβουν;
- Κάτι τέτοιο δε θα μπορέσει ποτέ να γραφτεί. Πρώτον, γιατί αν ήταν κάτι σαν τον Οθέλλο κανείς δε θα το καταλάβαινε όσο καινούργιο και αν ήταν, και δεύτερον, αν ήταν καινούργιο δε θα έμοιαζε καθόλου στον Οθέλλο.
-Γιατί όχι;
-Γιατί ο κόσμος μας δεν είναι ο ίδιος με τον κόσμο του Οθέλλου.  Δεν μπορεί κανείς να φτιάξει αυτοκίνητα χωρίς χάλυβα και δεν μπορεί να φτιάξει τραγωδίες χωρίς κοινωνική αστάθεια. Σήμερα ο κόσμος μας είναι ευσταθής. Οι άνθρωποι είναι ευτυχείς. Έχουν ότι θέλουν και ποτέ δεν επιθυμούν ότι δεν έχουν. Έχουν σταθερή ευμάρεια, ασφάλεια, υγεία, δεν φοβούνται τον θάνατο, δεν γνωρίζουν τι είναι τα πάθη,  ή τα γηρατειά, δεν τους πρήζουν μαμάδες και μπαμπάδες, δεν έχουν συζύγους ή παιδιά, ή έρωτες που να τους συγκινούν, και είναι έτσι προκαλλιεργημένοι, ώστε να μπορούν μονάχα να συμπεριφέρονται όπως διδάχθηκαν να συμπεριφέρονται. Και αν κάτι δεν πάει καλά, υπάρχουν οι ταμπλέτες ΄σόμα΄. Και εσείς, κύριε Άγριε, πετάτε τούτες τις ταμπλέτες απ το παράθυρο στο όνομα της ελευθερίας. Ελευθερία! Φαντάζεστε ότι οι εργάτες ξέρουν τι είναι η ελευθερία; Και περιμένετε από αυτούς να καταλάβουν τον Οθέλλο; Ε, δεν είμαστε καλά.
-Κι όμως, ο Οθέλλος είναι κάτι καλό, κάτι πολύ καλύτερο απ αυτές τις αισθησιοταινίες.
-Και βέβαια είναι. Όμως, αυτό είναι το τίμημα που πληρώνουμε για κάθε σταθερότητα. Πρέπει να επιλέξει κανείς ανάμεσα στην ευτυχία και σε αυτό που μερικοί αποκαλούν υψηλή τέχνη. Εμείς θυσιάσαμε την υψηλή τέχνη , και στη θέση της βάλαμε τις αισθησιοταινίες.

(Απόσπασμα από το βιβλίο Θαυμαστός Νέος Κόσμος, ένα κείμενο που ίσως και να προφητεύει μια, όχι και τόσο μακρινή πλέον, εποχή.)  

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2016


Εἶπε:
ψηφίζω τὸ γαλάζιο.
Ἐγὼ τὸ κόκκινο.
Κι ἐγώ.
Τὸ σῶμα σου ὡραῖο
Τὸ σῶμα σου ἀπέραντο.
Χάθηκα στὸ ἀπέραντο.
Διαστολὴ τῆς νύχτας.
Διαστολὴ τοῦ σώματος.
Συστολὴ τῆς ψυχῆς.
Ὅσο ἀπομακρύνεσαι
Σὲ πλησιάζω.
Ἕνα ἄστρο
ἔκαψε τὸ σπίτι μου.
Οἱ νύχτες μὲ στενεύουν
στὴν ἀπουσία σου.
Σὲ ἀναπνέω.
Ἡ γλῶσσα μου στὸ στόμα σου
ἡ γλῶσσα σου στὸ στόμα μου-
σκοτεινὸ δάσος.
Οἱ ξυλοκόποι χάθηκαν
καὶ τὰ πουλιά.
Ὅπου βρίσκεσαι
ὑπάρχω.
Τὰ χείλη μου
περιτρέχουν τ᾿ ἀφτί σου.
Τόσο μικρὸ καὶ τρυφερὸ
πῶς χωράει
ὅλη τὴ μουσική;
Ἡδονή-
πέρα ἀπ᾿ τὴ γέννηση,
πέρα ἀπ᾿ τὸ θάνατο.
Τελικὸ κι αἰώνιο
παρόν.
Ἀγγίζω τὰ δάχτυλα
τῶν ποδιῶν σου.
Τί ἀναρίθμητος ὀ κόσμος.
Μέσα σε λίγες νύχτες
πῶς πλάθεται καὶ καταρρέει
ὅλος ὁ κόσμος;
Ἡ γλῶσσα ἐγγίζει
βαθύτερα ἀπ᾿ τὰ δάχτυλα.
Ἑνώνεται.
Τώρα
μὲ τὴ δική σου ἀναπνοὴ
ρυθμίζεται τὸ βῆμα μου
κι ὁ σφυγμός μου.
Δυὸ μῆνες ποὺ δὲ σμίξαμε.
Ἕνας αἰῶνας
κι ἐννιὰ δευτερόλεπτα.
Τί νὰ τὰ κάνω τ᾿ ἄστρα
ἀφοῦ λείπεις;
Μὲ τὸ κόκκινο τοῦ αἵματος
εἶμαι.
Εἶμαι γιὰ σένα.

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Αφιέρωμα στον ποιητή Τάσο Λειβαδίτη που έφυγε σαν σήμερα



Σαν σήμερα , 30 οκτωβρίου φεύγει από τη ζωή ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης. Ένα αφιερωμα στον ποιητή που έδωσε χρώμα και συγκίνηση στους εφηβικούς μας έρωτες με τα γεμάτα ευαισθησία  ποιήματά του.

Αυτὸ το αστέρι είναι για όλους μας

Θά ῾θελᾳ νὰ φωνάξω τ᾿ ὄνομά σου, ἀγάπη, μ᾿ ὅλη μου τὴν δύναμη.
Νὰ τ᾿ ἀκούσουν οἱ χτίστες ἀπ᾿ τὶς σκαλωσιὲς καὶ νὰ φιλιοῦνται μὲ τὸν ἥλιο
νὰ τὸ μάθουν στὰ καράβια οἱ θερμαστὲς καὶ ν᾿ ἀνασάνουν ὅλα τὰ τριαντάφυλλα
νὰ τ᾿ ἀκούσει ἡ ἄνοιξη καὶ νά ῾ρχεται πιὸ γρήγορα
νὰ τὸ μάθουν τὰ παιδιὰ γιὰ νὰ μὴν φοβοῦνται τὸ σκοτάδι,
νὰ τὸ λένε τὰ καλάμια στὶς ἀκροποταμιές, τὰ τρυγόνια πάνω στοὺς φράχτες
νὰ τ᾿ ἀκούσουν οἱ πρωτεύουσες τοῦ κόσμου καὶ νὰ τὸ ξαναποῦνε μ ὅλες τὶς καμπάνες τους
νὰ τὸ κουβεντιάζουνε τὰ βράδια οἱ πλύστρες χαϊδεύοντας τὰ πρησμένα χέρια τους.
Νὰ τὸ φωνάξω τόσο δυνατὰ
ποὺ νὰ μὴν ξανακοιμηθεῖ κανένα ὄνειρο στὸν κόσμο
καμιὰ ἐλπίδα πιὰ νὰ μὴν πεθάνει.
Νὰ τ᾿ ἀκούσει ὁ χρόνος καὶ νὰ μὴν σ᾿ ἀγγίξει, ἀγάπη μου, ποτέ.


Ναὶ ἀγαπημένη μου,
ἐμεῖς γι᾿ αὐτὰ τὰ λίγα κι ἁπλὰ πράγματα πολεμᾶμε
γιὰ νὰ μποροῦμε νά ῾χουμε μία πόρτα, ἕν᾿ ἄστρο, ἕνα σκαμνὶ
ἕνα χαρούμενο δρόμο τὸ πρωὶ
ἕνα ἤρεμο ὄνειρο τὸ βράδι.
Γιὰ νά ῾χουμε ἕναν ἔρωτα ποὺ νὰ μὴ μᾶς τὸν λερώνουν
ἕνα τραγούδι ποὺ νὰ μποροῦμε νὰ τραγουδᾶμε
Ὅμως αὐτοὶ σπᾶνε τὶς πόρτες μας
πατᾶνε πάνω στὸν ἔρωτά μας.
Πρὶν ποῦμε τὸ τραγούδι μας , μᾶς σκοτώνουν.
Μᾶς φοβοῦνται καὶ μᾶς σκοτώνουν.
Φοβοῦνται τὸν οὐρανὸ ποὺ κοιτάζουμε
φοβοῦνται τὸ πεζούλι ποὺ ἀκουμπᾶμε
φοβοῦνται τὸ ἀδράχτι τῆς μητέρας μας καὶ τὸ ἀλφαβητάρι τοῦ παιδιοῦ μας
φοβοῦνται τὰ χέρια σου ποὺ ξέρουν νὰ ἀγγαλιάζουν τόσο τρυφερὰ
καὶ νὰ μοχτοῦν τόσο ἀντρίκια
φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ λέμε οἱ δυό μας μὲ φωνὴ χαμηλωμένη
φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ θὰ λέμε αὔριο ὅλοι μαζὶ
μᾶς φοβοῦνται, ἀγάπη μου, καὶ ὅταν μᾶς σκοτώνουν
νεκροὺς μᾶς φοβοῦνται πιὸ πολύ


Σε περιμένω παντού
Κι ἂν ἔρθει κάποτε ἡ στιγμὴ νὰ χωριστοῦμε, ἀγάπη μου,
μὴ χάσεις τὸ θάρρος σου.
Ἡ πιὸ μεγάλη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι νὰ ᾿χει καρδιά.
Μὰ ἡ πιὸ μεγάλη ἀκόμα, εἶναι ὅταν χρειάζεται
νὰ παραμερίσει τὴν καρδιά του.
Τὴν ἀγάπη μας αὔριο, θὰ τὴ διαβάζουν τὰ παιδιὰ στὰ σχολικὰ βιβλία, πλάι στὰ ὀνόματα τῶν ἄστρων καὶ τὰ καθήκοντα τῶν συντρόφων.
Ἂν μοῦ χάριζαν ὅλη τὴν αἰωνιότητα χωρὶς ἐσένα,
θὰ προτιμοῦσα μιὰ μικρὴ στιγμὴ πλάι σου.
Θὰ θυμᾶμαι πάντα τὰ μάτια σου, φλογερὰ καὶ μεγάλα,
σὰ δύο νύχτες ἔρωτα, μὲς στὸν ἐμφύλιο πόλεμο.
Ἄ! ναί, ξέχασα νὰ σοῦ πῶ, πὼς τὰ στάχυα εἶναι χρυσὰ κι ἀπέραντα, γιατὶ σ᾿ ἀγαπῶ.

Κλεῖσε τὸ σπίτι. Δῶσε σὲ μιὰ γειτόνισσα τὸ κλειδὶ καὶ προχώρα. Ἐκεῖ ποὺ οἱ φαμίλιες μοιράζονται ἕνα ψωμὶ στὰ ὀκτώ, ἐκεῖ ποὺ κατρακυλάει ὁ μεγάλος ἴσκιος τῶν ντουφεκισμένων. Σ᾿ ὅποιο μέρος τῆς γῆς, σ᾿ ὅποια ὥρα,
ἐκεῖ ποὺ πολεμᾶνε καὶ πεθαίνουν οἱ ἄνθρωποι γιὰ ἕνα καινούργιο κόσμο... ἐκεῖ θὰ σὲ περιμένω, ἀγάπη μου!


Ὁ μουσικὸς
……Συχνὰ τὴ νύχτα, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβω, ἔφτανα σὲ μιὰ ἄλλη πόλη, δὲν ὑπῆρχε παρὰ μόνο ἕνας γέρος, ποὺ ὀνειρευόταν κάποτε νὰ γίνει μουσικός, καὶ τώρα καθόταν μισόγυμνος μὲς στὴ βροχὴ – μὲ τὸ σακάκι τοῦ εἶχε σκεπάσει πάνω στὰ γόνατα τοῦ ἕνα παλιό, φανταστικὸ βιολί, «τὸ ἀκοῦς;» μοῦ λέει, «ναί, τοῦ λέω, πάντα τὸ ἄκουγα»,
……ἐνῷ στὸ βάθος τοῦ δρόμου τὸ ἄγαλμα διηγόταν στὰ πουλιὰ τὸ ἀληθινὸ ταξίδι.



Σὲ μιὰ γυναῖκα
Θυμᾶσαι τὶς νύχτες; Γιὰ νὰ σὲ κάνω νὰ γελάσεις περπατοῦσα πάνω
……στὸ γυαλὶ τῆς λάμπας.
«Πῶς γίνεται αὐτό;» ρώταγες. Μὰ ἦταν τόσο ἁπλὸ
ἀφοῦ μ᾿ ἀγαποῦσες


Ἀπαγορεύεται ἡ ἔξοδος
Νύχτα. Μονάχα τ᾿ ἄστρα. Καὶ πέρα τὸ βάθος τοῦ ὁλάνοιχτου ὁρίζοντα—
ἐκεῖ ποὺ πᾶνε οἱ ἄνθρωποι χωρὶς τὰ ὀνόματά τους.

Ἡ ἕκτη ἡμέρα
……Ἦταν ἡ ἕκτη μέρα τῆς δημιουργίας, ἡ μητέρα εἶχε ντυθεῖ στὰ μαῦρα, φοροῦσε καὶ τὸ καλὸ καπέλο της μὲ τὸ βέλο, «δὲν ἔπρεπε νὰ μᾶς τὸ κάνει αὐτὸ ὁ Θεὸς» εἶπε, στὸ βάθος χλωμοὶ ἄντρες στήναν τὴ μεγάλη σκηνὴ τοῦ τσίρκου,
……«γύρισε σπίτι, εἶναι ἀργά», «ποιὸ σπίτι;» εἶπα κι ἀγκάλιασα τὸ φανάρι τοῦ δρόμου,
……ἡ μικρὴ ξαδέλφη ὅπου νὰ ᾿ναὶ θὰ πέθαινε, τὴν ἔσπρωξα πίσω ἀπ᾿ τὴν ντουλάπα, «σ᾿ ἀγαπάω» ἔλεγε, μὰ ἐγὼ τὴν ἔγδυνα κιόλας σὰν πόρνη — κι ὅταν τὴ θάψαμε, ἐγὼ ἔμεινα γιὰ πάντα ἐκεῖ, πίσω ἀπ᾿ τὴν ντουλάπα, μισοφαγωμένος ἀπ᾿ τὰ ποντίκια,
……κι ἦταν ἡ ἕκτη μέρα τῆς δημιουργίας,
……οἱ τροχαλίες γρύλιζαν καθὼς ἀνέβαζαν τὸ πρῶτο ρολόι στὴ στέγη τοῦ σταθμοῦ,
……κάθισα στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, τόσο θλιμμένος, ποὺ οἱ τυφλοὶ μ᾿ ἔβλεπαν.

Συγχώρα με αγάπη μου...
Ἤξερες νὰ δίνεσαι ἀγάπη μου...
Δινόσουνα ὁλάκερη
καὶ δὲν κράταγες γιὰ τὸν ἑαυτό σου
παρὰ μόνο τὴν ἔγνοια
ἂν ὁλάκερη ἔχεις δοθεῖ...
Ὅλα μπορούσανε νὰ γίνουνε
στὸν κόσμο ἀγάπη μου
τότε πού μου χαμογελοῦσες...
Γιατί πρὶν μπεῖς ἀκόμα στὴ ζωή μου
εἶχες πολὺ ζήσει μέσα στὰ ὄνειρά μου
ἀγαπημένη μου..
Μὰ καὶ τί νὰ πεῖ κανείς...
Ὅταν ὁ κόσμος εἶναι τόσο φωτεινὸς
καὶ τὰ μάτια σου τόσο μεγάλα...
Στὴν πιὸ μικρὴ στιγμὴ μαζί σου
ἔζησα ὅλη τη ζωή...
Θὰ ξαναβρεθοῦμε μία μέρα
καὶ τότε ὅλα τὰ βράδια
κι ὅλα τὰ τραγούδια θάναι δικά μας...
Θάθελα νὰ φωνάξω τ'ὀνομά σου,ἀγάπη,
μ' ὅλη μου τὴ δύναμη...
Νὰ τὸ φωνάξω τόσο δυνατὰ
ποῦ νὰ μὴν ξανακοιμηθεῖ κανένα ὄνειρο στὸν κόσμο,
καμιὰ ἐλπίδα νὰ μὴ πεθάνει...
Θέ μου πόσο ἦταν ὄμορφη
σὰν ἕνα φωτισμένο δέντρο
μία παλιὰ νύχτα τῶν Χριστουγέννων
Συχώρα μέ, ἀγάπη μου,
ποῦ ζοῦσα πρὶν νὰ σὲ γνωρίσω...
Μισῶ τὰ μάτια μου,
ποῦ πιὰ δὲν καθρεφτίζουν τὸ χαμόγελό σου...
Θὰ σ' ἀκούω σὰν τὸν τυφλὸ ποὺ κλαίει,
ἀκούγοντας μακριὰ τὴ βουὴ μίας μεγάλης γιορτῆς
σ' ἀναζητάω σὰν τὸν τυφλό,
ποῦ ψάχνει νὰ βρεῖ τὸ πόμολο τῆς πόρτας
σ'ἕνα σπίτι που' πιάσε φωτιά,
ἅ, γιὰ νὰ γεννηθεῖς ἐσὺ
κι ἐγὼ γιὰ νὰ σὲ συναντήσω
γὶ αὐτὸ ἔγινε ὁ κόσμος...
Κι ἐσύ, ἀγαπημένη, ὅταν μὲ διώχνεις,

κλείνεις ἔξω ἀπ' τὴν πόρτα σου
ἕναν ὁλάκερο πικραμένο κόσμο...
Κι ὅταν δὲν πεθαίνει ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον,
εἴμαστε κιόλας νεκροί...
Ἂν βροῦν ἕναν ἄνθρωπο νεκρὸ
ἔξω ἀπ' τὴν πόρτα σου,
ἐσὺ θὰ ξέρεις,
πῶς πέθανε σφαγμένος
ἀπ' τὰ μαχαίρια τοῦ φιλιοῦ,
ποῦ ὀνειρευότανε γιὰ σένα...
Ποδοπάτησε μέ,
νὰ ἔχω τουλάχιστον τὴν εὐτυχία
νὰ μ'ἀγγίζεις...